Wednesday 6 June 2007

Προσβολή προσωπικότητας - Έκδοση υπέρ πελάτη πιστωτικής κάρτας χωρίς τη θέλησή του

ΕφΑθ 2750/2006

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Προσβολή προσωπικότητας - Έκδοση υπέρ πελάτη πιστωτικής κάρτας χωρίς τη θέλησή του -.

Προστατεύονται τα αγαθά που συνδέονται αναπόσπαστα με το πρόσωπο ή συγκροτούν τη σωματική, ψυχική και πνευματική ατομικότητα του ατόμου, μεταξύ των οποίων η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας, που αναφέρεται στις σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους. Συνιστά παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας η χωρίς τη θέληση του «πελάτη» έκδοση υπέρ αυτού πιστωτικής κάρτας. Ευθύνη του προσβάλλοντος: α) είναι αντικειμενική ως προς την αξίωση για άρση της προσβολής και β) προϋποθέτει (πέρα από τα στοιχεία του παράνομου και της αιτιώδους συνάφειας) υπαιτιότητα ως προς την αξίωση της αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης. Έννοια παράνομης προσβολής. Είναι αυτή που γίνεται χωρίς δικαίωμα ή κατ' ενάσκηση δικαιώματος το οποίο είτε είναι από την άποψη της έννομης τάξης μικρότερης σπουδαιότητας, είτε ασκείται καταχρηστικά κατ' άρθρο 281 ΑΚ.

ΚΕΙΜΕΝΟ

(Απόσπασμα)... Κατά το άρθρο 57 ΑΚ όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Κατά το άρθρο 59 ΑΚ «Στις περιπτώσεις των δύο προηγούμενων άρθρων το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε άλλο επιβάλλεται από τις περιστάσεις».
Από το περιεχόμενο των διατάξεων αυτών συνάγεται ότι αυτές παρέχουν το δικαίωμα απόκρουσης κάθε παράνομης προσβολής της προσωπικότητας, δηλαδή των αγαθών που συνδέονται αναπόσπαστα με το πρόσωπο και συγκροτούν τη σωματική, ψυχική και κοινωνική ατομικότητα του ανθρώπου. Τα αγαθά αυτά δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα αλλά επιμέρους εκδηλώσεις - «εκφάνσεις» ή «πλευρές» - του ενιαίου δικαιώματος επί της ίδιας προσωπικότητας, σε τρόπο ώστε η προσβολή οποιασδήποτε εκφάνσεως της προσωπικότητας να σημαίνει και προσβολή της συνολικής έννοιας «προσωπικότητα» (βλ. Σούρλα, ΕΡΜΑΚ Εισαγ. άρθρων 67-60, αρ. 13 επ., 40 επ, ΑΚ Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, άρθρο 57, αρ. 1-3). Κυριότερες από τις ανωτέρω εκδηλώσεις της προσωπικότητας είναι η ζωή, η υγεία και η σωματική ακεραιότητα, η ελευθερία για την ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου, η οποία προστατεύεται από το Σύνταγμα (άρθρο 5 §1), αναφέρεται στις σχέσεις αυτού με τους άλλους ανθρώπους, περιλαμβάνει δε μεταξύ άλλων κάθε πράξη που ανάγεται στην επαγγελματική, οικονομική, επιστημονική δράση του ατόμου. Η κατά τα άνω παρεχόμενη προστασία του δικαιώματος της προσωπικότητας περιλαμβάνει θετικώς μεν τη δυνατότητα του ατόμου να μετέρχεται όλες τις εξουσίες που περικλείονται στο παραπάνω δικαίωμα και να απολαμβάνει των αγαθών που το δικαίωμα αυτό του διασφαλίζει, αρνητικώς δε τη δυνατότητα του ατόμου να αποκρούει κάθε παράνομη προσβολή του εν λόγω δικαιώματος (βλ. ΑΚ Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, ό.π. αρ. 7, ΕφΑθ 6720/ 2000 ΕλλΔνη 43. 1494, ΕφΠειρ 927/1997, ΕλλΔνη 40. 1412).
Από τις ίδιες παραπάνω διατάξεις σε συνδυασμό μ’ αυτές των άρθρων 914 και 932 ΑΚ, προκύπτει ότι επί προσβολής προσωπικότητας ο νόμος καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη του προσβάλλοντος μόνο ως προς την αξίωση για την άρση της προσβολής, ενώ για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης απαιτείται να συντρέχει και το στοιχείο της υπαιτιότητας. Για το λόγο αυτό στην αγωγή με την οποία ζητείται η επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, την οποία υπέστη ο ενάγων από μείωση της προσωπικότητάς του, ο ενάγων πρέπει να ισχυριστεί και να αποδείξει το είδος της προσβολής, την παράνομη πράξη που την προκάλεσε, τον αιτιώδη σύνδεσμό της με αυτή και την υπαιτιότητα του προσβάλλοντος (βλ. ΑΠ 1445/2003, ΕλλΔνη 46. 822, ΑΠ 1143/2003, ΕλλΔνη 46. 394). Παράνομη είναι η προσβολή όταν γίνεται χωρίς δικαίωμα ή κατ' ενάσκηση μεν δικαιώματος, το οποίο είναι από άποψη έννομης τάξης μικρότερης σπουδαιότητας, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική κατά το άρθρο 281 ΑΚ (βλ. ΕφΑθ 4351/2002, ΕλλΔνη 44. 198, ΕφΑθ 6720/ 2000, ό.π.). Για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης λαμβάνονται, μεταξύ άλλων, υπόψη, το είδος της προσβολής, η έκταση της βλάβης, οι συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, η βαρύτητα του πταίσματος, η περιουσιακή και κοινωνική κατάσταση των μερών και κυρίως του παθόντος, οι προσωπικές σχέσεις των μερών (ηλικία, φύλο, ευαισθησία), η συμπεριφορά του υπευθύνου μετά την αδικοπραξία κ.λπ. Πάντως επισημαίνεται ότι δεν επιτρέπεται να γίνει κατάχρηση της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης επί προσβολών της προσωπικότητας, ώστε ουσιαστικά να επιβάλλεται «ποινή» στον υπόχρεο με μέσα αστικού δικαίου (βλ. ΑΠ 1445/2003, ό.π., ΕφΑθ 3346/1996, ΕλλΔνη 39. 665).
Από την εκτίμηση των καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάστηκαν ένορκα στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά, καθώς και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η τρίτη εναγομένη ΑΕ με την επωνυμία «E.C.**», ύστερα από την αίτηση του ενάγοντος Γ.-Δ.Σ.** χορήγησε στον τελευταίο την υπ' αριθ. (...) πιστωτική κάρτα Ε.V.** Στους λογαριασμούς που η τρίτη εναγομένη απέστειλε στον ενάγοντα τους μήνες Απρίλιο και Μάιο 2000 υπήρχε διπλή χρέωση της πέμπτης από τις έξι δόσεις που ο ενάγων όφειλε στην C.E.** ΕΠΕ καθώς και των τόκων και ΕΦΤΕ που αναλογούσαν σ' αυτή. Οι λανθασμένες αυτές εγγραφές, οι οποίες διορθώθηκαν μετά από αιτήματα του ενάγοντος από την πρώτη εναγομένη Δ.Κ.**, υπάλληλο της τρίτης εναγομένης, οφειλόταν σε παραδρομές των υπαλλήλων της τρίτης εναγομένης λόγω της εισαγωγής νέου μηχανογραφικού συστήματος υποστήριξης των πιστωτικών καρτών. Η συμπεριφορά αυτή της τρίτης εναγομένης είναι αντισυμβατική, όχι όμως και αδικοπρακτική, αφού αποδείχτηκε ότι η τελευταία δεν τηρούσε διπλά λογιστικά προγράμματα, ήτοι το κεντρικό σύστημα στο οποίο γραφόταν οι αληθείς χρεώσεις και δεύτερο σύστημα στο οποίο εμφάνιζε τις διπλοχρεώσεις, με σκοπό να αποκομίζει παράνομο περιουσιακό όφελος, όπως αβάσιμα υποστηρίζει ο ενάγων με το πρώτο σκέλος της ένδικης αγωγής. Για την τήρηση ενός μόνου συστήματος-προγράμματος κατέθεσε κατηγορηματικά και από δική του αντίληψη ο μάρτυρας των εναγομένων, υπάλληλος της τρίτης εναγομένης, η κατάθεσή του δε αυτή κρίνεται πειστική, ενόψει του ότι δεν αντικρούεται από τα αποδεικτικά μέσα που προσκόμισε και επικαλέστηκε ο ενάγων (ο μάρτυρας του ενάγοντος ουδέν κατέθεσε περί αυτού, ο ίδιος δε ο ενάγων, εξεταζόμενος ενόρκως ενώπιον της πταισματοδίκη Λαυρίου, κατέθεσε ότι για το θέμα των διπλοχρεώσεων σε όλους τους κατόχους καρτών έχει προφορικές πληροφορίες, τις οποίες δεν μπορεί να επιβεβαιώσει ή να απορρίψει, επιφυλάχθηκε να προσκομίσει έγγραφα, τέτοια, όμως, δεν προσκόμισε ούτε στο Πρωτοβάθμιο, ούτε στο παρόν Δικαστήριο).
Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι ο ενάγων, χολωθείς από την άνω συμπεριφορά των οργάνων της τρίτης εναγομένης, στις 27.2.2001 ζήτησε και πέτυχε την ακύρωση και καταστροφή της παραπάνω πιστωτικής κάρτας του. Στις 22.6.2001 η τρίτη εναγομένη απέστειλε στον ενάγοντα νέα πιστωτική κάρτα, που είχε τον ίδιο αριθμό με την ακυρωθείσα, χωρίς ο ενάγων να έχει υποβάλλει σχετική αίτηση. Ο ενάγων διαμαρτυρήθηκε προς την άνω εναγομένη με το από 27.6.2001 fax και στη συνέχεια με την από 6.7.2001 εξώδικη δήλωσή του, που επέδωσε στην άνω εναγομένη στις 9.7.2001, δηλώνοντας συγχρόνως ότι δεν αποδέχεται την πιστωτική αυτή κάρτα. Στις άνω διαμαρτυρίες του ενάγοντος, η τρίτη εναγομένη με την από 16.7.2001 επιστολή της του απάντησε ότι η κάρτα εκδόθηκε κατόπιν της από 27.3.2001 γραπτής παραγγελίας του, επισυνάπτοντας και το από 27.3.2001 έγγραφο, στο οποίο αναγράφεται ότι ο Σ.Γ.** (ενάγων) δηλώνει ότι επιθυμεί την επαναδραστηριοποίηση της κάρτας του και φέρεται να έχει υπογραφεί από αυτόν. Όμως η υπογραφή στο ανωτέρω από 27.3.2001 έγγραφο-αίτηση δεν έχει τεθεί από τον ενάγοντα, αλλά από υπάλληλο της τρίτης εναγομένης που δεν διαπιστώθηκε η ταυτότητά του, η οποία (γ΄ εναγομένη) και είχε έννομο συμφέρον για την επαναδραστηριοποίηση της κάρτας, τέθηκε δε χωρίς τη συναίνεση ή έγκριση του τελευταίου. (...).
Τέλος αποδείχτηκε ότι η ανωτέρω πράξη του προστηθέντος υπαλλήλου της τρίτης εναγομένης είναι παράνομη, αφού έγινε χωρίς δικαίωμα, και υπαίτια, αφού τελέστηκε με πρόθεση να αποκτήσει οικονομικά οφέλη η τρίτη εναγομένη, είχε δε ως συνέπεια την προσβολή της οικονομικής ελευθερίας του ενάγοντος, υπό την έννοια της επιβολής από την εναγομένη σ' αυτόν, χωρίς τη θέλησή του, της κατοχής πιστωτικής κάρτας και αποκλεισμού κάθε δυνατότητας σ’ αυτόν μη κτήσεώς της. Υπέστη, λοιπόν, ο ενάγων προσβολή της προσωπικότητας, αφού, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, η οικονομική ελευθερία αποτελεί «έκφανση» της προσωπικότητας και η προσβολή αυτής σημαίνει και συνολική προσβολή της προσωπικότητας, γι' αυτό η τρίτη εναγομένη, ως ευθυνόμενη για τις παράνομες και υπαίτιες πράξεις των προστηθέντων υπαλλήλων της, είναι υποχρεωμένη να αποκαταστήσει την ηθική του βλάβη. Λαμβανομένων υπόψη του είδους της προσβολής, της έκτασης της βλάβης (περιουσιακή ζημία δεν υπήρξε), των συνθηκών τέλεσης της αδικοπραξίας, της βαρύτητας του πταίσματος των οργάνων της τρίτης εναγομένης και της περιουσιακής και κοινωνικής κατάστασης των μερών και κυρίων του παθόντος-ενάγοντος, τη συμπεριφορά της εναγομένης μετά την τέλεση της πράξης (ακύρωση της επανεκδοθείσας πιστωτικής κάρτας), κρίνεται ότι το ποσό της χρηματικής ικανοποίησης που δικαιούται ο ενάγων ανέρχεται σε 10.000 ευρώ, το οποίο είναι εύλογο. (...)

Κτηματολόγιο - Διόρθωση πρώτης εγγραφής

ΜΠρΑθ 2009/2007

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Κτηματολόγιο - Διόρθωση πρώτης εγγραφής - Ακίνητο "αγνώστου ιδιοκτήτη" -.

Διατάσσεται η διόρθωση της πρώτης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία ώστε να φαίνεται η κυριότητα της αιτούσας στο επίδικο ακίνητο, το οποίο φέρεται στα κτηματολογικά βιβλία ως άγνωστου ιδιοκτήτη, καθώς αυτή από παραδρομή δεν υπέβαλε δήλωση ιδιοκτησίας σύμφωνα με το ν. 2308/1995.

ΚΕΙΜΕΝΟ

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
Αριθμός Απόφασης 2009/2007

Αποτελούμενο από το Δικαστή Νικόλαο Μήλιο, Πρωτοδίκη Κτηματολογικό Δικαστή, που όρισε το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, και από το Γραμματέα Κωνσταντίνο Βασιλείου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 23 Φεβρουαρίου 2007 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αιτούσας Β. θυγ. Σ. Β., συζ. Ν.Μ., κατοίκου Ν. Σμύρνης Αττικής (οδός Κ. *), η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Καραγεώργο.
Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 25-9-2006 αίτηση της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό 7428/28.9.2006, προσδιορίστηκε για την παραπάνω δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις της.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Στην προκειμένη περίπτωση, η αιτούσα με την υπό κρίση αίτηση εκθέτει ότι έχει περιέλθει στην αποκλειστική της κυριότητα, από αγορά (του σχετικού αγοραπωλητηρίου συμβολαίου έχοντος νόμιμα μεταγραφεί), το ακίνητο που περιγράφεται στην αίτηση κατά θέση, έκταση και όρια. Ότι κατά τη διαδικασία της κτηματογράφησης που έχει ήδη ολοκληρωθεί στο Δήμο Νέας Σμύρνης Αττικής, εντός των διοικητικών ορίων του οποίου βρίσκεται το επίδικο, η αιτούσα από παραδρομή δεν υπέβαλε δήλωση ιδιοκτησίας σύμφωνα με το ν. 2308/1995. Ότι το επίδικο φαίνεται, με ΚΑΕΚ που αναφέρεται στην αίτηση, στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νέας Σμύρνης Αττικής και φέρεται σ' αυτά ως "άγνωστου ιδιοκτήτη". Μετά από αυτά ζητεί, κατ' εκτίμηση των αιτημάτων της αίτησης από το Δικαστήριο, να αναγνωριστεί ότι είναι αποκλειστική κυρία του επιδίκου και να διορθωθεί η αρχική εγγραφή ως προς αυτό στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νέας Σμύρνης Αττικής, ώστε να φαίνεται η ως άνω κυριότητα της σε αυτό. Ζητεί, επίσης, να της χορηγηθεί αποκλειστικός ΚΑΕΚ που θα αφορά το επίδικο.
Η αίτηση αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 739, 791 παρ. 3, 4 του Κ.Πολ.Δ. και 6 παρ. 3 του ν. 2664/1998, όπως η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998 τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3481/2006), έχει καταχωρηθεί στα κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου Νέας Σμύρνης και αντίγραφο της έχει κοινοποιηθεί στο Ελληνικό Δημόσιο εντός είκοσι (20) ημερών από την κατάθεση της, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 του ν. 2664/1998, όπως η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998 τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3481/2006 (βλ, το υπ' αριθ. πρωτ. 4224/6.10.2006 πιστοποιητικό του οικείου κτηματολογικού γραφείου και την υπ' αριθ. 3218Γ/29.9.2006 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθήνας Σ Τ, αντίστοιχα). Το αίτημα όμως για την αναγνώριση της ως άνω κυριότητας κρίνεται μη νόμιμο και συνεπώς απορριπτέο, διότι αυτό προϋποθέτει αμφισβήτηση εμπραγμάτων δικαιωμάτων από τρίτο και στην προκειμένη διαδικασία δεν νοείται τέτοια αμφισβήτηση. Επίσης, το αίτημα να χορηγηθεί στην αιτούσα αποκλειστικός ΚΑΕΚ που θα αφορά το επίδικο, κρίνεται μη νόμιμο και συνεπώς απορριπτέο, διότι αυτή η χορήγηση δεν προβλέπεται από το νόμο. Κατά τα λοιπά η αίτηση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 513, 1002, 1033, 1117, 1192 αριθ. 1, 1198 του Α.Κ., του ν. 3741/1929, 6 παρ. 3 α, β του ν. 2664/1998, όπως η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998 τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3481/2006. Πρέπει, επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσία.
Από τα έγγραφα που η αιτούσα προσκομίζει και επικαλείται αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Από αγορά από τους μέχρι τότε κυρίους του πιο κάτω ακινήτου Ε Κ και Κ Τ, δυνάμει του υπ' αριθ. 4.531/11.11.1996 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθήνας Π.Δ. νόμιμα μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Νέας Σμύρνης (τόμ. 34, αριθ. 202) περιήλθε στην αποκλειστική κυριότητα της αιτούσας το υπό στοιχ. Α.3 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου πολυκατοικίας που βρίσκεται σε οικόπεδο στην οδό Κ. * στη Νέα Σμύρνη Αττικής, εμβαδού 22 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 26/1000 εξ αδιαιρέτου και συνορεύει γύρω-γύρω και συνολικά με το υπό στοιχ. Α. 2 διαμέρισμα, ιδιοκτησία διαφόρων συνιδιοκτητών, ακάλυπτο χώρο πολυκατοικίας, κοινόχρηστο διάδρομο και με κλιμακοστάσιο. Το ως άνω ακίνητο έχει υπαχθεί στις διατάξεις της οριζόντιας ιδιοκτησίας με την υπ' αριθ. 3.838/1973 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας της συμβολαιογράφου Αθήνας Ε.Κ.-Π., νόμιμα μεταγεγραμμένη στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλλιθέας (τόμ. ΡΙΖ, αριθ. 60) σε συνδυασμό με την υπ' αριθ. 4528/1974 πράξη της ως άνω συμβολαιογράφου, νόμιμα μεταγεγραμμένη στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Καλλιθέας (τόμ. ΡΚΣΤ, αριθ. 346).
Με την υπ' αριθ. 255/2/10.11.2004 (Φ.Ε.Κ. Β/10.11.2004) απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεως Ελλάδας (Ο.Κ.Χ.Ε.) διαπιστώθηκε η ολοκλήρωση της διαδικασίας καταχώρισης των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία του κτηματολογικού Γραφείου Νέας Σμύρνης για το Δήμο Νέας Σμύρνης και ορίστηκε ως ημερομηνία έναρξης του κτηματολογίου στην περιοχή αυτή η 10.11.2004. Το ένδικο ακίνητο έχει λάβει ως οριζόντια ιδιοκτησία τον ΚΑΕΚ 051040305007/0/Ι8 στα ως άνω κτηματολογικά βιβλία και φέρεται σ' αυτά (κτηματολογικά βιβλία) ως άγνωστου ιδιοκτήτη, καθώς η αιτούσα από παραδρομή δεν υπέβαλε δήλωση ιδιοκτησίας σύμφωνα με το ν. 2308/1995.
Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη ως και κατ' ουσίαν βάσιμη και να διαταχθεί η διόρθωση της πρώτης εγγραφής στα οικεία κτηματολογικά βιβλία ώστε να φαίνεται η ως άνω κυριότητα της αιτούσας στο επίδικο.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
Δέχεται κατά τα λοιπά την αίτηση.
Διατάσσει τη διόρθωση της πρώτης εγγραφής στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νέας Σμύρνης Αττικής ως προς το υπό στοιχ. Α. 3 διαμέρισμα του πρώτου ορόφου πολυκατοικίας που βρίσκεται σε οικόπεδο στην οδό Κ. * στη Νέα Σμύρνη Αττικής, εμβαδού 22 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 26/1000 εξ αδιαιρέτου και συνορεύει γύρω-γύρω και συνολικά με το υπό στοιχ. Α.2 διαμέρισμα, ιδιοκτησία διαφόρων συνιδιοκτητών, ακάλυπτο χώρο πολυκατοικίας, κοινόχρηστο διάδρομο και με κλιμακοστάσιο το δε ως άνω ακίνητο έχει λάβει ως οριζόντια ιδιοκτησία τον ΚΑΕΚ 051040305007/0/18 στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Νέας Σμύρνης και φέρεται ως άγνωστου ιδιοκτήτη στα ως άνω κτηματολογικά βιβλία ώστε να φαίνεται ότι το ως άνω ακίνητο ανήκει κατά αποκλειστική κυριότητα στην αιτούσα.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, στις 30.3.2007

CCBE - Conseil des barreaux europeens

Created in 1960, the Council of Bars and Law Societies of Europe (CCBE) is the officially recognised representative organisation for the legal profession in the European Union (EU) and the European Economic Area (EEA). The CCBE is incorporated in Belgium as an international non-profit-making association.
The CCBE liaises between the Bars and Law Societies from the Members States of the European Union and the European Economic Area. It represents all such Bars and Law Societies before the European institutions, and through them more than 700,000 European lawyers.
The CCBE enjoys consultative status with the Council of Europe.
Full members
The CCBE consists of 31 delegations whose Members are nominated by regulatory bodies of the Bars and Law Societies in the 27 Member States and the 3 member countries of the European Economic Area (Norway, Liechtenstein and Iceland), together with Switzerland.
Observer members
The Bars of Croatia, Former Yugoslav Republic of Macedonia, Montenegro, Serbia, Turkey and Ukraine are represented by Observer delegations. On their joining the CCBE in this capacity, the observer member delegations sign a model convention binding the CCBE and them, under which they ensure that their members respect the CCBE Code of Conduct.
The objectives of the CCBE are :
To represent the Bars and Law Societies of its Members, whether full or observer members, on all matters of mutual interest relating to the exercise of the profession of the lawyer, the development of the law and practice pertaining to the rule of law and administration of justice and substantive developments in the law itself, both at a European and international level.
To act as a consultative and intermediary body between its Members, whether full or observer members, and between the Members and the institutions of the European Union and the European Economic Area on all cross border matters of mutual interest as listed under a) above.
To monitor actively the defence of the rule of law, the protection of the fundamental and human rights and freedoms, including the right of access to justice and protection of the client, and the protection of the democratic values inextricably associated with such rights.
There is a Permanent Delegation to the European Court of Justice and the Court of First Instance of the European Communities and to the EFTA Court.

Tάβλι... be aware...!

Σύμφωνα με το β.δ. χξς'/1929 "Περί προστασίας παραδοσιακών παιγνίων εν τη υπαίθρω", σε πόλεις και κωμοπόλεις πλην της πρωτευούσης απαγορεύεται η παίξις παραδοσιακών παιγνίων εν ανοικτώ χώρο (ιδία: βαρβούτιον, τάβλι, ντάμα, ξερή) , ειμή υπό την εποπτεία καταστηματάρχου ζυθεστιατορίου ή καφενείου εφοδιασθέντος μεθ' ειδικής αδείας. Ο εν λόγω καταστηματάρχης πάντως, οφείλει να υποδεικνύει εις τους αθλητάς όπως ενδιατρίψωσι εντός του καταστήματος τους, διαφορετικά τιμωρείται ως συμμέτοχος εις παραποίησιν παραδοσιακού παιγνίου. Ο αυτουργός τοιαύτης παραποιήσεως τιμωρείται με κράτησιν."Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του εν λόγω β.δ., σκοπός των διατάξεών του είναι η αποφυγή μονομαχιών που ακολουθούσαν μετά το πέρας των εν λόγω παιχνιδιών, γεγονός που αλλοίωνε τον χαρακτήρα τους ως απλών δραστηριοτήτων χάριν παιδιάς και ευγενούς άμιλλας.

United Nations Convention on the Law of the Sea

The term United Nations Convention on Law of the Sea (UNCLOS, also called simply the Law of the Sea or LOS) refers to several United Nations events and one treaty. The events the term refers to are the (First) United Nations Convention on Law of the Sea, the Second United Nations Convention on Law of the Sea, and the Third United Nations Convention on Law of the Sea. The treaty resulting from the Third United Nations Convention on Law of the Sea also bears the name United Nations Convention on Law of the Sea and is the most recent major development in international law governing the oceans. The treaty provided new universal legal controls for the management of marine natural resources and the control of pollution. Its Secretariat resides within the United Nations Division for Ocean Affairs and the Law of the Sea.